Ο ΘΕΣΜΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑ­ΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥ

ΠΡΟΣΑ­ΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

 Κοτσιαφίτου –Μάνου Αναστασία.

 καθηγήτρια, Θεολόγος- Φιλόλογος, Μέσης Εκπαίδευσης, Σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού  

Ποῖ τράπωμαι;

Ερώτημα που απασχολεί τους εφήβους, τους γονείς τους και τους καθηγητές τους, την Πολιτεία και την κοινωνία ολόκληρη. Οι μικροί ζητούν τη συμβουλή των μεγάλων. Οι μεγάλοι καταφεύγουν στις συμβουλές των ειδικών. Έτσι γεννήθηκε  ο Θεσμός Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού.

Στο παρόν άρθρο, η ψυχοπαιδαγωγική – κοινωνιολογική προσέγγιση του Επαγγελμα­τικού Προσανατολισμού αναφέρεται κυρίως στους εφήβους, επειδή θεωρούμε ότι η εφηβεία είναι μια κρίσιμη περίοδος και γιατί τότε εμφανίζεται επιτακτική η ανάγκη για  εκπαιδευτικές-επαγγελματικές επιλογές. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η επαγγελματική συμβουλευτική περιορίζεται μόνο σ’ αυτήν την ηλικία. Απευθύνεται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, έχοντας ως βασικό στόχο τη διά βίου επαγγελματική εκπαίδευση. Η έμφαση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες επιβάλλεται, λόγω των μεγάλων κοινωνικών αλλαγών που συντελούνται στις μέρες μας. Στην εποχή της παγκοσμιο­ποί­ησης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επαγγελματική διαπαιδαγώγηση θα δώσει την κύρια έμφαση στην ανάπτυξη δεξιοτήτων του «εαυτού», γιατί είναι πλέον σίγουρο πως, μόνο με τη διαμόρφωση μιας ορθής αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, θα μπορέσει ο άνθρωπος να προσαρμοστεί και να αντιμετωπίσει την αβεβαιότητα και τη ρευστότητα, που του επιφυλάσσει ο κόσμος της εργασίας.

Σε ένα εξελισσόμενο επαγγελματικό προσανατολισμό, στο επίκεντρο των προσπαθειών μας δεν είναι να γίνουν μετρήσεις και διαγνώσεις, αλλά να δοθεί η ευκαιρία στο νεαρό άτομο να συνειδητοποιήσει τις δυνατότητές του, μέσα από συγκεκριμένες δραστηριότητες, που παράλληλα θα το βοηθούν να τις αναπτύξει.

Ένας από τους βασικούς ρόλους του θεσμού Συμβουλευτικής – Προσανατολισμού είναι η βοήθεια προς το άτομο, για να διαμορφώσει και να χτίσει μια θετική αυτοεκτίμηση και μια σωστή ατομική εξέλιξη και ανάπτυξη, ιδιαίτερα κατά τη δύσκολη περίοδο της εφηβείας. Η ανάπτυξη αυτή νοείται σε όλες τις όψεις: βιολογική, ψυχολογική, συναισθηματική, γνωστική, κοινωνική, επαγγελματική. Ο θεσμός ΣΥ.Ε.Π απομακρύνθηκε από το να σημαίνει απλά παροχή πληροφοριών και συμβουλών από ειδικούς, αλλά είναι μια δυναμική διαδικασία, που αποσκοπεί στο να βοηθήσει το άτομο να γνωρίσει τον εαυτό του (εαυτογνωσία) κατά τα διάφορα στάδια της ανάπτυξής του και να δώσει τις θετικότερες ερμηνείες ή να τροποποιήσει λανθασμένες στάσεις συμπεριφοράς.

Συγκεκριμένα, ο όρος αυτός, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο καθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης, δηλώνει το σύνολο των διαδικασιών, που πραγματοποιούνται κατά τρόπο οργανωμένο και συστηματικό από ειδικές υπηρεσίες και εξειδικευμένους επιστήμονες και έχουν σαν στόχο να βοηθήσουν τα ενδιαφερόμενα άτομα να πάρουν μόνα τους τις πιο κατάλληλες γι’ αυτά αποφάσεις, όσον αφορά στη σχολική αρχικά και στην επαγγελματική αργότερα κατεύθυνση, που θα ακολουθήσουν την είσοδό τους στην ενεργό ζωή, την προσαρμογή τους σ’ αυτήν και τις πιθανές μεταγενέστερες αλλαγές της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.[1]

Η γνώση του ατόμου δεν είναι μια τυχαία διαδικασία. Η εικόνα που το άτομο έχει σχηματίσει για τον εαυτό του διαμορφώνεται με έναν εξελικτικό δυναμικό τρόπο και επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από το περιβάλλον του. Επιτυγχάνεται δε με τη συγκέντρωση πληροφοριών και με μια σειρά ενεργειών, που λέγεται ανάλυση του ατόμου.[2]

Η διευκρίνιση αυτή μπορεί να γίνει άμεσα ή έμμεσα, με τη χρήση ή όχι κάποιων μέσων, μεθόδων (ψυχομετρικών και μη ψυχομετρικών) τεστ, που η σκοπιμότητα χρήσης τους σήμερα αμφισβητείται από πολλούς. Είναι υποχρέωση των λειτουργών Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού να ασχοληθούν σοβαρά με το θέμα Αυτοεκτίμηση. Ειδικά γιατί η συμβολή των Συμβούλων Επαγγελματικού Προσανατολισμού είναι αποδεδειγμένα θετική στο ξεπέρασμα της εφηβικής κρίσης,[3] επειδή ακριβώς βοηθούν το άτομο να οργανώσει καλύτερα την αυτοθεώρησή του και να συμβιβάσει τον «ιδανικό» με τον «πραγματικό» τύπο, γεγονός που αυξάνει την αυτοεκτίμηση.[4]

Κατά την εφηβική ηλικία, τα άτομα που έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση οδηγούνται σε κοινωνική απομόνωση και αντικοινωνική συμπεριφορά και διακατέχονται συνήθως από άγχος και συναισθηματική αστάθεια. Καταβάλλουν μειωμένες προσπάθειες (Schell 1975, 349) και, σε ακραίες περιπτώσεις, οδηγούνται στην αυτοκαταστροφή. Αντίθετα, τα άτομα με αυξημένη αυτοεκτίμηση αναλαμβάνουν ευθύνες, διότι πιστεύουν στις ικανότητές τους, και είναι κοινωνικά, διότι πιστεύουν ότι είναι κοινωνικά αρεστά και αποδεκτά (Combs 1964).[5]

Για να επιτύχουμε οποιαδήποτε συνειδητή αλλαγή στην αυτοεκτίμησή μας, θα πρέπει να έχουμε συναίσθηση της συμπεριφοράς μας. Για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω, ο θεσμός Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού είναι ανάγκη να βοηθήσει τα αναπτυσσόμενα άτομα να σχηματίσουν θετική αντίληψη για τον εαυτό τους. «Γιατί το πώς βλέπει, θεωρεί, αξιολογεί κανείς τον εαυτό του», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο πανεπιστημιακός

καθηγητής Ε. Δημητρόπουλος, «δεν αφορά μόνο στις σπουδές, στο επάγγελμα, στη σταδιοδρομία. Αφορά στην καθ’ όλα ύπαρξή του, τη ζωή του, το αν θα είναι ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος, το αν θα έχει ή δεν θα έχει ψυχική υγεία, το αν θα είναι ή όχι αλεξίθυμος ή συναισθηματικά πλούσιος».

Ο Επαγγελματικός Προσανατολισμός όμως από μόνος του, χωρίς άλλες κοινωνικο-πολιτικές μεταρρυθμίσεις, δεν μπορεί να πετύχει πολλά. Αρχικά ο Θεσμός λειτούργησε με τα Κέντρα Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού (ΚΕ.ΣΥ.Π.) και τα αντίστοιχα Γραφεία (ΓΡΑ.ΣΕ.Π.), που ιδρύθηκαν με το νόμο 2525/97 και εντάσσονται στις καινοτομίες που εισήχθησαν στο Εκπαιδευτικό Σύστημα με τη μεταρρύθμιση Αρσένη (1997-2000, Κασσωτάκης),[1] . Σήμερα τα πρώην ΚΕΣΥΠ  αναδιοργανώθηκαν σε νέα δομή  ως κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης σύμφωνα με το το ΦΕΚ του ν. 4547/18 για τις Δομές Εκπαίδευσης .(Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης).

Οι καινοτόμες προσπάθειες αυτές , αποτελούν  μια βάσιμη ελπίδα για την αποτελεσματική εφαρμογή του θεσμού. Θεωρείται  όμως αναγκαία η δημιουργία ενός αγωνιστικού πνεύματος, που θα αντιμετωπίζει το κάθε τι με κριτική διάθεση,[2] προωθώντας συστηματικά τους στόχους μιας Κριτικής Αυτογνωσίας και Κοινωνιογνωσίας,[3] οι οποίοι μπορούν να ενταχθούν στα πλαίσια μιας κριτικής επαγγελματικής διαπαιδαγώγησης.

Στο πλαίσιο αυτό χρειάζεται μια ενεργοποίηση της δημιουργικής σκέψης[4] και ανάληψη προσωπικής ευθύνης. Η δημιουργική σκέψη, με την καινοτόμο ευρηματικότητα και την εφευρετικότητα της υπήρξε στην ιστορία της ανθρωπότητας η κινητήρια δύναμη για πρόοδο και αλλαγή. Μέσα από την προσέγγιση αυτή, μπορεί να λειτουργήσει ο θεσμός, ως διαδικασία κοινωνικής κριτικής και ανανέωσης (Κασσωτάκης 1983).[5]

Τέλος, πεποίθησή μας είναι ότι στον αγώνα για την απόκτηση Αυτοσυνειδησίας και την κατάκτηση της Ζωής και της Ευτυχίας χρειάζεται  όλοι να στεκόμαστε αρωγοί στο πλευρό των παιδιών μας.